Επιθυμώ λοιπόν σήμερα να σας γνωρίσω μια εμπειρία την οποίαν μας περιγράφει ο πατήρ Θεόκλητος ο Διονυσιάτης, που κυριολεκτικά τον είχε τότε συγκλονίσει. Κάπου λοιπόν γράφει :
«Θυμάμαι πριν από είκοσι ή εικοσιπέντε χρόνια πέρασα μια Χριστουγεννιάτικη αλησμόνητη λευκή νύχτα, ντυμένη στα άσπρα μαζί με κάποιους ησυχαστάς. Μέσα στην θεόκτιστη σπηλιά τους, την στολισμένη εξωτερικά με τα ραβδωτά βράχια της, που στις σχισμές τους πετάγονταν τούφες από άγρια βλάστηση, οι ερημίτες ανέπεμπαν δεήσεις και θερμές ικεσίες με πολλά πολλά ήρεμα δάκρυα προς τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, στο όνομα όλου του κόσμου και ιδιαιτέρως στο όνομα ημών των Ορθοδόξων Χριστιανών. Με αγάπη δε και πολλή ευχαριστία δοξολογούσαν την Θεία Σάρκωση και κένωση του Θεού Λόγου.
Τα πρόσωπά τους ήσαν πνευματοποιημένα, τα κομποσχοίνια πεπαλαιομένα από την πολλή χρήση της ευχής, τα στασίδια και αυτά τριμμένα, μάρτυρες για το πόσοι ερημίτες και ασκηταί έζησαν προσευχόμενοι μέσα σ’ αυτά».
Και ο πατήρ Θεόκλητος συνεχίζει.
«Μετά την Θεία Λειτουργία, που ετέλεσε ο σοφός και άγιος εκείνος ιερεύς και ησυχαστής, εξαϋλωμένος από τη βαθιά κατάνυξη και την Χάριν του Αγίου Πνεύματος και από το Θείο Ανέσπερο Φως, βγήκε στην απέριττη Ωραία Πύλη και ‘‘μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης’’ μας εκάλεσε για να κοινωνήσουμε των Αχράντων Μυστηρίων. Δόξα στη δόξα Σου Χριστέ μου, δόξα στην ευσπλαχνία Σου, δόξα στην μακροθυμία Σου, δόξα στην φιλανθρωπία Σου, δόξα στην ακατανόητη συγκατάβασή Σου. Έγινες άνθρωπος Σύ ο Θεός ημών, για να θρέψεις εμάς τους αμαρτωλούς. Με το Σώμα Σου και με το Πανάγιον και το Τιμιον Αίμα Σου.
Και τις πρώτες εκείνες πρωινές ώρες, της καθαρότατης Χριστουγεννιάτικης και χιονισμένης ερημικής αυγής, αφού πήραμε ένα ασκητικό λιτό πρόγευμα, καθίσαμε όλοι σε ένα καθαρό αδιακόσμητο αλλά υποβλητικό κελλάκι που ζεσταίνετο από μια μικρή κτιστή θερμάστρα».
Φαντάζομαι – αυτό το λέω εγώ – πόση θα ήταν η χαρά διάχυτη στα πρόσωπα των ησυχαστών, και πόσο θα ήσαν ιλαρά και γαληνόμορφα. Πιστεύω ακόμη πως θα βασίλευε μια ακατάλειπτη και παράδοξη ησυχία και ειρήνη, και θα βασίλευε παντού αυτή η ειρήνη, και στην έρημο, και στα βράχια και στα βουνά τα χιονισμένα, και στις σπηλιές των ερημιτών, και στα κελλάκια των ησυχαστών και προπαντός όμως στις καρδιές τους, στο νου, και στο λογισμό και στην καρδιά.
«Ο Ιησούς», άρχισε με τη βαθιά και γλυκιά του γεροντική φωνή ο άγιος εκείνος γέροντας να λέει – όχι πολλά πράγματα σαν και μας, πούμαστε τόσο πολύ πολυλογάδες - , «ο Ιησούς ως Θεάνθρωπος, είναι η φανέρωσις και η αποκάλυψις της Θείας βουλής για τη σωτηρία των ανθρώπων. Αλλά συγχρόνως είναι και η εκπλήρωσις της προσωπικής μας καρδιακής αναζητήσεως για φως και λύτρωση από τα δεσμά της αμαρτίας. Στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού βρήκε η ανθρωπότητα την ενότητά της, και προπαντός οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, και ολόκληρη η Ιστορία το τέλος της. Δηλαδή βρήκε το σκοπό της, που είναι η μεταμόρφωσις του κόσμου, αλλά και η θέωσις του ανθρώπου». - Η θέωσις η δική σου, και η δική σου, και η δική σου, και η δική μου. - «Κι ο σοφός άγιος εκείνος ερημίτης εσιώπησε».
Και εδώ τελειώνει η μικρή αυτή περιγραφή.
Σ’ αυτή τη λιτή και απέριττη διήγηση υπάρχει ένα μεγάλο πλήθος από πνευματικές εμπειρίες και ψυχικές χερουβικές καταστάσεις τις οποίες δεν μπορούν να καταλάβουν τα δικά μας κοσμικά μυαλά. Η ερημική ζωή να δένεται και να αγκαλιάζει ολόκληρο τον κόσμο. Ο θείος έρωτας μαζί με την άκρα ταπείνωση, η θεία έλλαμψις μαζί με την συντριβή της καρδίας. Η θεία έκστασις μαζί με την αληθινή μετάνοια, και η αγάπη μαζί με την χαρμολύπη. Πολλά και άλλα πολλά που είναι νοερές καταστάσεις πολύ πολύ ακατανόητες από την σαρκοϋλιστική εποχή των ημερών μας.
http://agia-varvara.blogspot.com/2004/01/blog-post_15.html