Πολλές φορές βρέθηκε απ’ το βουνό στη θάλασσα και απ’ τη θάλασσα στο βουνό, χωρίς να καταλάβει

Ένας πολύ μορφωμένος χριστιανός, με πολλά πανεπιστημιακά διπλώματα και μάστερ, ο οποίος ήθελε να μονάσει, όχι όμως σε κοινόβιο, αλλά πάνω ψηλά στην έρημο του Αγίου Όρους, στα Κατουνάκια, στην Κερασιά, στον Άγιο Βασίλειο, είχε ακούσει για κάποιον μοναχό, - πριν από χρόνια αυτό βέβαια,- στα μέρη εκείνα, που ήταν απλός. Είχε γνωρίσει την απάθεια μέσα απ’ τον κόπο και βίωνε την νοερά ενέργεια της καρδιακής προσευχής, δηλαδή το "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με", στην πλήρη πνευματική ενέργειά της.
Τι κόπο κατέβαλε αυτός ο μοναχός; Από το πρωί που θα ξυπνούσε μέχρι το βράδυ εργαζόταν συνεχώς. Καταπονούσε το σώμα του. Και βοηθούσε τους πάντες… Πήγαινε και ρωτούσε όποιον είχε δουλειά
- «Πατέρα μου, έχεις καμιά δουλειά να σου κάμω, να σε βοηθήσω θέλω».
Πρόθυμος ήταν σε όλα τα κελιά της ερήμου, και έτρεχε παντού και βοηθούσε. Όταν δεν είχαν καμιά δουλειά οι πατέρες, έπαιρνε ένα τσουβάλι άμμο, το φορτωνόταν στον ώμο και το κατέβαζε απ’ το βουνό στη θάλασσα, και απ’ τη θάλασσα στο βουνό, λέγοντας συνεχώς το όνομα του Ιησού, "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλόν". Ζούσε με αυτόν τον υπερβάλλοντα ζήλο, και τον αδιάκοπον αυτόν κόπον του σώματος, χωριστά βέβαια τα μοναχικά του καθήκοντα, οι κανόνες, οι προσευχές, οι αγρυπνίες, οι ακολουθίες. Αυτά είχαν τη θέση τους. Ο υπόλοιπος χρόνος του ήταν ένας διαρκής κόπος.
Λέγοντας την ευχή με αυτόν τον τρόπο και με την προθυμία και την αγάπη που είχε σε όλους τους συνασκητάς και αδελφούς, κατάφερε να φθάσει στα όρια της απαθείας, δηλαδή να αποβληθούν από μέσα του όλα τα πάθη. Και όχι μόνον αυτό, αλλά θεοδιδάκτως άρχισε να νοιώθει κάποια σκιρτήματα του Παναγίου Πνεύματος, να ζει κάποιες διαφορετικές πνευματικές καταστάσεις. Πολλές φορές βρέθηκε απ’ το βουνό στη θάλασσα και απ’ τη θάλασσα στο βουνό, χωρίς να καταλάβει, σαν να ήταν μόνον ένα βήμα. Και όχι μόνον αυτό. Άρχισε να πάλλεται η καρδιά του με το όνομα του Κυρίου, και βέβαια να νοιώθει όσα ουράνια ένοιωθε από τα οποία τα περισσότερα δεν τα καταλάβαινε.
Τον επισκέφθηκε, λοιπόν, ο πολύξερος αυτός καθηγητής για πρώτη φορά και εσκέπτετο να πάει να μείνει για πάντα κοντά του. Του είπε λοιπόν ο εν λόγω μοναχός :
- Αγαπητέ μου εγώ δεν ήξερα τίποτε απολύτως από αυτά, ούτε από ευχή, ούτε τι θα πει απάθεια, τίποτα, τίποτα δεν ήξερα, ήμουνα όμως πρόθυμος να βοηθώ τους πάντες, να κάνω ό,τι έκανα και τώρα άρχισα στα γεράματα να διαβάζω φιλοκαλία, τώρα την άρχισα. Τώρα άρχισα να διαβάζω και πνευματικά βιβλία και τώρα άρχισα να καταλαβαίνω τι μου συμβαίνει μέσα μου, και ότι όλα όσα έγραψαν οι Πατέρες είναι αληθινά και σωστά διότι πρώτα είχαν ουράνια βιώματα και ύστερα κάθισαν και έγραψαν τις εμπειρίες τους. Αν και από αυτά, συνέχισε ο μοναχός, τα πιο πολλά πάλι δεν τα καταλαβαίνω. Λοιπόν, αν θέλεις να μείνεις κοντά μου, κόπο. Πολύ κόπο. Κόπος χωρίς έλεος. Κόπο, αγρυπνία και ευχή. "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με". Μόνον έτσι θα γνωρίσεις την αλήθεια, τον Θεό, τον Χριστό και ό,τι Αυτός χαρίζει στον αγωνιζόμενο.
Ο καθηγητής, όμως, με τις πολλές περγαμηνές δεν κάθισε ούτε μια μέρα.

http://agia-varvara.blogspot.com/2010/10/blog-post_22.html